«ΚΑΤΑΜΑΘΕΤΕ
ΤΑ ΚΡΙΝΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
ΠΩΣ ΑΥΞΑΝΕΙ…»
Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια μας. Αν τα μάτια μας είναι γερά, τότε όλο μας το σώμα και όλη μας η ψυχή, θα είναι μέσα στο φως· το σώμα δεν θα πέφτει και δεν θα σκοντάφτει· και η ψυχή δεν θα νιώθει φόβο και ανασφάλεια. Γιατί στη στράτα, στο διάβα και στην περπατησιά μας θα έχουμε σαν στήριγμα και σαν συντροφιά μας ετούτο το ιλαρό φως. Αν όμως τα μάτια μας είναι χαλασμένα από την πονηρία, τότε όλο το σώμα της ζήσης μας θα είναι αναμφίβολα μέσα στο σκοτάδι, μέσα στο έρεβος και στην καταχνιά,το δήθεν φως που έχουμε, είναι σκοτάδι, φανταστείτε πόσο σκοτάδι θα είναι το πραγματικό σκοτάδι που συνέχει ολόκληρη τη ψυχή μας κι ας μη το ξέρουμε κι ας μη το έχουμε διανοηθεί ή υποψιαστεί ποτέ!
Τα μάτια μας, αδελφοί μου, χρειάζονται ένα άλλο φως. Όχι αυτό που ήδη έχουν, αλλά εκείνο το οποίο μας αποκαλύπτει ο Λόγος του Χριστού, εκείνο που καλούμαστε από Αυτόν, ο Οποίος είναι το «Φως του Κόσμου», να οικειοποιηθούμε και να έχουμε στην καρδιά. Τα μάτια μας, τα μάτια της ψυχής και του σώματος, τα μάτια όλης της ύπαρξής μας, χρειάζονται επειγόντως εκείνο το Φως που μισεί και απαρνιέται ο κόσμος· εκείνο το Φως από το οποίο κρύβονται συνεχώς οι σκληρόκαρδοι άνθρωποι του αφώτιστου κόσμου· εκείνο το ζωοποιό Φως που κάνει τους αγγέλους να σκιρτούν και τους πιστούς Χριστιανούς να αγάλλονται.
Κι αυτό το Φως, είναι το Φως του Χριστού· είναι το Φως το «ανέσπερο», δηλαδή το Φως που δεν δύει, δεν βασιλεύει και δεν σβήνει ποτέ. «Μόνο στο δικό Σου το Πρόσωπο, εμείς βλέπουμε το πραγματικό Φως, Κύριε!», μας λέει με παλλόμενο πόθο Θεού ο Ψαλμωδός Δαβίδ. Και είναι αλήθεια! Μονάχα με το Φως του Χριστού, των Φως των ιερών εντολών Του, το Φως των Μυστηρίων της Εκκλησίας Του, το Φως των θείων αρετών, το Φως των ιερών βιωμάτων της Πίστης μας, ο αδύναμος άνθρωπος ανακαινίζεται και παίρνει δύναμη· ο απελπισμένος γνωρίζει την ελπίδα και το στηριγμό· ο έμφοβος, ο αβέβαιος και ο συγχυσμένος άνθρωπος συναντά τη βεβαιότητα και την ασφάλεια· ο άνθρωπος της αμαρτίας και των παθών λαμβάνει ξεχωριστή δύναμη να δει, χωρίς απελπισία και μιζέρια, τις αμαρτίες του και μ’ αυτό το Φως βηματίζει αποφασιστικά προς το δρόμο της επιστροφής και της μετανοίας· και χάρη σ’ αυτό το Φως οδηγείται προς την αληθινή θεογνωσία, γνωρίζοντας έκπληκτος και πασίχαρης τον μακρόθυμο Κύριο.
Αυτό το Φως, είναι αυτό που αναζητούν όλοι οι θολωμένοι από τη σκοτεινή ύλη και τον αβάσταχτο πόνο οφθαλμοί μας· είναι το Φως της ταπείνωσης, της αγάπης, της ακακίας και της απλότητας. Μόνο αυτοί που έχουν μέσα τους μυστικά το Φως του Χριστού είναι άνθρωποι που έχουν αισθαντικά την καλοσύνη σαν ένα υπέροχο και αναφαίρετο στολίδι στη ζωή τους· είναι άνθρωποι διακριτικοί, ελεύθεροι, αρχοντικοί, ευγενείς, νουνεχείς, προσεκτικοί, ευσχήμονες, άτυφοι, ένστοργοι, προσηνείς, άπιαστοι, μυστικοί και μεγαλειώδεις, που όλη τους η ύπαρξη στάζει από πνευματική αίγλη, ομορφιά και χάρη. Η παρουσία τους, είναι μια γλυκιά ανάσα και μια θαλπωρή για τις καρδιές και τις συντυχίες των περισσότερων. Είναι οι μυστικοί φωτοδότες του κόσμου· του κόσμου, που πάσχει και οδύρεται μέσα στο ψηλαφητό σκοτάδι της αμαρτίας του, της απόγνωσής του, της απιστίας και της λήθης του Θεού, της θλιβερής άγνοιας των θείων εντολών. Όλα μέσα στην Εκκλησία μας, αδελφοί μου, είναι Φως και φωτοχυσία. Θαλπωρή και ζεστασιά. Λάμψη και φώτιση. Γνώση πνευματική και αλήθεια Χριστού που σώζουν και διασώζουν όλον τον άνθρωπο αλλά και τον κόσμο.
Να, γιατί τελικά, «δεν μπορούμε να δουλεύουμε ανάμεσα σε δυο κυρίους». Ποιοι είναι αυτοί οι δύο «κύριοι»; Ασφαλώς, όλοι γνωρίζουμε, όλοι υποπτευόμαστε και όλοι θυμούμαστε: ο πρώτος κύριος είναι ο Χριστός (που είναι ο μόνος Κύριος των κυρίων, ο Κύριος της ζωής όλων)· ο δεύτερος κύριος, είναι ο παραχωρητικά και πρόσκαιρα, ο κατ’ επίφαση κύριος, ο αρχέκακος, ο δόλιος, ο μισόκαλλος, ο μισάνθρωπος διάβολος. Δεν μπορούμε να προσφέρουμε το ένα και μοναδικό μας είναι για δύο ταυτόχρονα υπηρεσίες. Το είναι μας, για να είναι πράγματι είναι, πρέπει να είναι ακέραιο, σώο, ενιαίο, αμέριστο, αδιάσπαστο. Δεν μας θέλει δίβουλους, δίψυχους, διαιρεμένους, διμερείς, επαμφοτερίζοντες και διχαστικούς ο Χριστός μας. Ή θα είμαστε αυτοί που Τον πιστεύουν, που Τον αγαπούν, που Τον ακολουθούν ή θα είμαστε εκείνοι –οι δυστυχείς και ταλαίπωροι– που Τον απορρίπτουν και Τον απαρνιούνται με την κακία και τα πάθη τους, που Τον διώχνουν με την αθεΐα και την απιστία τους, που Τον απαξιώνουν με την υπερηφάνεια, τον εγωισμό, την ανυπακοή και την ανταρσία τους, που Τον προσπερνούν με την αναισθησία, τη σκληρότητα, την απονιά, την αναλγησία και την υποκρισία τους. Ο Χριστός, μέσα στην ελευθερία μας, μας θέλει ειλικρινείς, ευθείς, αψευδείς, ξεκάθαρους και ντόμπρους, ολόκληρους σε Αυτόν και αποκλειστικά γι’ Αυτόν. Μπερδεμένες διαθέσεις, συγχυσμένα φρονήματα, αμφίβολες υπάρξεις, αμήχανες λατρείες, υποτυπώδεις πιστότητες και αναποφάσιστες καρδιές, που ισχυρίζονται ή ευελπιστούν ότι μπορούν τάχα να συντηρούν μέσα τους την αγάπη του Χριστού και συνάμα την αγάπη του κόσμου τούτου και του κοσμοκράτορος εχθρού, όλοι αυτοί, πολύ δύσκολα να έχουν θέση στον κλήρο «των ἁγίων των ἐν τωῷ Φωτί» και δυσχερέστατα να προσεγγίσουν το πλευρό του φιλάνθρωπου Κυρίου μας.
Ο Χριστός, επίσης, μας προτρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας και να δούμε προσεχτικά τα κρίνα του αγρού. Και ν’ αφεθούμε στο μεγάλο μάθημα που αυτά μας στέλνουν εμπνευστικά με την εκπληκτική θέα και άγδουπη αύξησή τους: Πόση ομορφιά, στ’ αλήθεια! Τι μεγαλείο της σιωπηλής φύσης! Αλλά και πόσο μεγαλειώδης ο Πλάστης, Κτίστης, ο Προνοητής, ο Συνοχέας και Σχεδιαστής αυτής της ζωντανής και ανυπέρβλητης ομορφιάς! Όλα, μας μιλούν για τον Θεό! Όλα, μας διδάσκουν δυναμικά, μυστικά και αέναα τις ευεργεσίες Του. Αλλά, εμείς, άραγε, πόσο βλέπουμε, εάν βλέπουμε; Πόσο ακούμε; Πόσο αισθανόμαστε; Πόσο αφομοιώνουμε; Πόσο δεν λησμονούμε; Τα κρίνα του αγρού, στέκονται ήσυχα και δυναμικά στο πανέμορφο τοπίο της φύσης, εκεί όπου τα εναπόθεσε αθόρυβα το χέρι του Θεού, αφήνοντάς τα να δοξάζουν εύγλωττα με το θεσπέσιο κάλλος τους την Πρόνοιά Του. Αμέριμνους, σαν κι αυτά, μας θέλει ο Χριστός. Όχι, βέβαια, άεργους, αμέτοχους, άπρακτους, αδρανείς, νωχελικούς, αδιάφορους, αποστασιοποιημένους, ανεύθυνους και άζυγους. Αλλά ό,τι κάνουμε, να το κάνουμε ήσυχα, ατάραχα, ταπεινά, απλά, ελεύθερα, άδολα, με καρδιά που δεν περισπάται από την κουραστική βροχή των γήινων και με προσευχή που δεν κλονίζεται από το μελανό ρεύμα της ματαιότητας. Οι «δουλειές» και οι «φροντίδες», πάντα θα υπάρχουν και πάντα θα είναι «ατελείωτες» για όλους. Το θέμα είναι, η καρδιά μας να μην απορροφάται σε αυτές και εμείς να μην παρασυρόμαστε από το παράλογο, από τη φενάκη και από την απάτη της ματαιότητας και της φθοράς της πολυμεριμνησίας· της οποίας βέβαιος σκοπός είναι η μείωση, η συρρίκνωση, η ανατροπή και η εξάλειψη της πίστης και της λατρείας μας προς τον Χριστό.
Αδελφοί· ας «καταμάθουμε» από τα κρίνα του αγρού ότι το άγχος, η στεναχώρια και η αδημονία του σημερινού ανθρώπου, πολλές φορές, είναι η πιο ύπουλη παγίδα που στήνει συνεχώς ο πονηρός εχθρός μας μέσα στο στίβο του αγώνα μας. Ίσως αυτό να γίνεται και με τη δική μας άδεια, ίσως με τη δική μας αβελτηρία, ίσως με τη δική μας αδυναμία. Ας συνειδητοποιήσουμε ότι η αυτοπαράδοσή μας στην αγάπη και την Πρόνοια του Θεού, φέρνει την γλυκιά εσωτερική ισορροπία του ανθρώπου, ελευθερώνοντας την ύπαρξή μας από τη σκουριά της απιστίας και από όλη την παθογένεια και την αρρώστια που κρύβεται δολερά μέσα στις «ατελείωτες μέριμνες», οι οποίες, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το σαγηνευτικό άσμα του εχθρού μας σιμά στ’ αυτιά της ανυποψίαστης, αφελούς και –γιατί όχι;– φιλόκοσμης ψυχής μας. Η αμέριμνη ζωή, ουσιαστικά είναι η αυθεντική ζωή του Θεανθρώπου μέσα μας –γιατί Αυτός ο Ίδιος είναι «αμέριμνος» σε όλα τα έργα Του και σε όλο το Είναι Του–, μια ζωή γεμάτη πίστη και εμπιστοσύνη στον Χριστό· μια ζωή γεμάτη ιερή ολοϋπαρκτική ησυχία και αταραξία, ποθητή σταθερότητα, ευταξία και ομορφιά.
Σαν την ομορφιά των κρίνων του αγρού...
ΑΜΉΝ !
Filoi.tis.Gnisias.Esfigmenou
ΤΑ ΚΡΙΝΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
ΠΩΣ ΑΥΞΑΝΕΙ…»
Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια μας. Αν τα μάτια μας είναι γερά, τότε όλο μας το σώμα και όλη μας η ψυχή, θα είναι μέσα στο φως· το σώμα δεν θα πέφτει και δεν θα σκοντάφτει· και η ψυχή δεν θα νιώθει φόβο και ανασφάλεια. Γιατί στη στράτα, στο διάβα και στην περπατησιά μας θα έχουμε σαν στήριγμα και σαν συντροφιά μας ετούτο το ιλαρό φως. Αν όμως τα μάτια μας είναι χαλασμένα από την πονηρία, τότε όλο το σώμα της ζήσης μας θα είναι αναμφίβολα μέσα στο σκοτάδι, μέσα στο έρεβος και στην καταχνιά,το δήθεν φως που έχουμε, είναι σκοτάδι, φανταστείτε πόσο σκοτάδι θα είναι το πραγματικό σκοτάδι που συνέχει ολόκληρη τη ψυχή μας κι ας μη το ξέρουμε κι ας μη το έχουμε διανοηθεί ή υποψιαστεί ποτέ!
Τα μάτια μας, αδελφοί μου, χρειάζονται ένα άλλο φως. Όχι αυτό που ήδη έχουν, αλλά εκείνο το οποίο μας αποκαλύπτει ο Λόγος του Χριστού, εκείνο που καλούμαστε από Αυτόν, ο Οποίος είναι το «Φως του Κόσμου», να οικειοποιηθούμε και να έχουμε στην καρδιά. Τα μάτια μας, τα μάτια της ψυχής και του σώματος, τα μάτια όλης της ύπαρξής μας, χρειάζονται επειγόντως εκείνο το Φως που μισεί και απαρνιέται ο κόσμος· εκείνο το Φως από το οποίο κρύβονται συνεχώς οι σκληρόκαρδοι άνθρωποι του αφώτιστου κόσμου· εκείνο το ζωοποιό Φως που κάνει τους αγγέλους να σκιρτούν και τους πιστούς Χριστιανούς να αγάλλονται.
Κι αυτό το Φως, είναι το Φως του Χριστού· είναι το Φως το «ανέσπερο», δηλαδή το Φως που δεν δύει, δεν βασιλεύει και δεν σβήνει ποτέ. «Μόνο στο δικό Σου το Πρόσωπο, εμείς βλέπουμε το πραγματικό Φως, Κύριε!», μας λέει με παλλόμενο πόθο Θεού ο Ψαλμωδός Δαβίδ. Και είναι αλήθεια! Μονάχα με το Φως του Χριστού, των Φως των ιερών εντολών Του, το Φως των Μυστηρίων της Εκκλησίας Του, το Φως των θείων αρετών, το Φως των ιερών βιωμάτων της Πίστης μας, ο αδύναμος άνθρωπος ανακαινίζεται και παίρνει δύναμη· ο απελπισμένος γνωρίζει την ελπίδα και το στηριγμό· ο έμφοβος, ο αβέβαιος και ο συγχυσμένος άνθρωπος συναντά τη βεβαιότητα και την ασφάλεια· ο άνθρωπος της αμαρτίας και των παθών λαμβάνει ξεχωριστή δύναμη να δει, χωρίς απελπισία και μιζέρια, τις αμαρτίες του και μ’ αυτό το Φως βηματίζει αποφασιστικά προς το δρόμο της επιστροφής και της μετανοίας· και χάρη σ’ αυτό το Φως οδηγείται προς την αληθινή θεογνωσία, γνωρίζοντας έκπληκτος και πασίχαρης τον μακρόθυμο Κύριο.
Αυτό το Φως, είναι αυτό που αναζητούν όλοι οι θολωμένοι από τη σκοτεινή ύλη και τον αβάσταχτο πόνο οφθαλμοί μας· είναι το Φως της ταπείνωσης, της αγάπης, της ακακίας και της απλότητας. Μόνο αυτοί που έχουν μέσα τους μυστικά το Φως του Χριστού είναι άνθρωποι που έχουν αισθαντικά την καλοσύνη σαν ένα υπέροχο και αναφαίρετο στολίδι στη ζωή τους· είναι άνθρωποι διακριτικοί, ελεύθεροι, αρχοντικοί, ευγενείς, νουνεχείς, προσεκτικοί, ευσχήμονες, άτυφοι, ένστοργοι, προσηνείς, άπιαστοι, μυστικοί και μεγαλειώδεις, που όλη τους η ύπαρξη στάζει από πνευματική αίγλη, ομορφιά και χάρη. Η παρουσία τους, είναι μια γλυκιά ανάσα και μια θαλπωρή για τις καρδιές και τις συντυχίες των περισσότερων. Είναι οι μυστικοί φωτοδότες του κόσμου· του κόσμου, που πάσχει και οδύρεται μέσα στο ψηλαφητό σκοτάδι της αμαρτίας του, της απόγνωσής του, της απιστίας και της λήθης του Θεού, της θλιβερής άγνοιας των θείων εντολών. Όλα μέσα στην Εκκλησία μας, αδελφοί μου, είναι Φως και φωτοχυσία. Θαλπωρή και ζεστασιά. Λάμψη και φώτιση. Γνώση πνευματική και αλήθεια Χριστού που σώζουν και διασώζουν όλον τον άνθρωπο αλλά και τον κόσμο.
Να, γιατί τελικά, «δεν μπορούμε να δουλεύουμε ανάμεσα σε δυο κυρίους». Ποιοι είναι αυτοί οι δύο «κύριοι»; Ασφαλώς, όλοι γνωρίζουμε, όλοι υποπτευόμαστε και όλοι θυμούμαστε: ο πρώτος κύριος είναι ο Χριστός (που είναι ο μόνος Κύριος των κυρίων, ο Κύριος της ζωής όλων)· ο δεύτερος κύριος, είναι ο παραχωρητικά και πρόσκαιρα, ο κατ’ επίφαση κύριος, ο αρχέκακος, ο δόλιος, ο μισόκαλλος, ο μισάνθρωπος διάβολος. Δεν μπορούμε να προσφέρουμε το ένα και μοναδικό μας είναι για δύο ταυτόχρονα υπηρεσίες. Το είναι μας, για να είναι πράγματι είναι, πρέπει να είναι ακέραιο, σώο, ενιαίο, αμέριστο, αδιάσπαστο. Δεν μας θέλει δίβουλους, δίψυχους, διαιρεμένους, διμερείς, επαμφοτερίζοντες και διχαστικούς ο Χριστός μας. Ή θα είμαστε αυτοί που Τον πιστεύουν, που Τον αγαπούν, που Τον ακολουθούν ή θα είμαστε εκείνοι –οι δυστυχείς και ταλαίπωροι– που Τον απορρίπτουν και Τον απαρνιούνται με την κακία και τα πάθη τους, που Τον διώχνουν με την αθεΐα και την απιστία τους, που Τον απαξιώνουν με την υπερηφάνεια, τον εγωισμό, την ανυπακοή και την ανταρσία τους, που Τον προσπερνούν με την αναισθησία, τη σκληρότητα, την απονιά, την αναλγησία και την υποκρισία τους. Ο Χριστός, μέσα στην ελευθερία μας, μας θέλει ειλικρινείς, ευθείς, αψευδείς, ξεκάθαρους και ντόμπρους, ολόκληρους σε Αυτόν και αποκλειστικά γι’ Αυτόν. Μπερδεμένες διαθέσεις, συγχυσμένα φρονήματα, αμφίβολες υπάρξεις, αμήχανες λατρείες, υποτυπώδεις πιστότητες και αναποφάσιστες καρδιές, που ισχυρίζονται ή ευελπιστούν ότι μπορούν τάχα να συντηρούν μέσα τους την αγάπη του Χριστού και συνάμα την αγάπη του κόσμου τούτου και του κοσμοκράτορος εχθρού, όλοι αυτοί, πολύ δύσκολα να έχουν θέση στον κλήρο «των ἁγίων των ἐν τωῷ Φωτί» και δυσχερέστατα να προσεγγίσουν το πλευρό του φιλάνθρωπου Κυρίου μας.
Ο Χριστός, επίσης, μας προτρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας και να δούμε προσεχτικά τα κρίνα του αγρού. Και ν’ αφεθούμε στο μεγάλο μάθημα που αυτά μας στέλνουν εμπνευστικά με την εκπληκτική θέα και άγδουπη αύξησή τους: Πόση ομορφιά, στ’ αλήθεια! Τι μεγαλείο της σιωπηλής φύσης! Αλλά και πόσο μεγαλειώδης ο Πλάστης, Κτίστης, ο Προνοητής, ο Συνοχέας και Σχεδιαστής αυτής της ζωντανής και ανυπέρβλητης ομορφιάς! Όλα, μας μιλούν για τον Θεό! Όλα, μας διδάσκουν δυναμικά, μυστικά και αέναα τις ευεργεσίες Του. Αλλά, εμείς, άραγε, πόσο βλέπουμε, εάν βλέπουμε; Πόσο ακούμε; Πόσο αισθανόμαστε; Πόσο αφομοιώνουμε; Πόσο δεν λησμονούμε; Τα κρίνα του αγρού, στέκονται ήσυχα και δυναμικά στο πανέμορφο τοπίο της φύσης, εκεί όπου τα εναπόθεσε αθόρυβα το χέρι του Θεού, αφήνοντάς τα να δοξάζουν εύγλωττα με το θεσπέσιο κάλλος τους την Πρόνοιά Του. Αμέριμνους, σαν κι αυτά, μας θέλει ο Χριστός. Όχι, βέβαια, άεργους, αμέτοχους, άπρακτους, αδρανείς, νωχελικούς, αδιάφορους, αποστασιοποιημένους, ανεύθυνους και άζυγους. Αλλά ό,τι κάνουμε, να το κάνουμε ήσυχα, ατάραχα, ταπεινά, απλά, ελεύθερα, άδολα, με καρδιά που δεν περισπάται από την κουραστική βροχή των γήινων και με προσευχή που δεν κλονίζεται από το μελανό ρεύμα της ματαιότητας. Οι «δουλειές» και οι «φροντίδες», πάντα θα υπάρχουν και πάντα θα είναι «ατελείωτες» για όλους. Το θέμα είναι, η καρδιά μας να μην απορροφάται σε αυτές και εμείς να μην παρασυρόμαστε από το παράλογο, από τη φενάκη και από την απάτη της ματαιότητας και της φθοράς της πολυμεριμνησίας· της οποίας βέβαιος σκοπός είναι η μείωση, η συρρίκνωση, η ανατροπή και η εξάλειψη της πίστης και της λατρείας μας προς τον Χριστό.
Αδελφοί· ας «καταμάθουμε» από τα κρίνα του αγρού ότι το άγχος, η στεναχώρια και η αδημονία του σημερινού ανθρώπου, πολλές φορές, είναι η πιο ύπουλη παγίδα που στήνει συνεχώς ο πονηρός εχθρός μας μέσα στο στίβο του αγώνα μας. Ίσως αυτό να γίνεται και με τη δική μας άδεια, ίσως με τη δική μας αβελτηρία, ίσως με τη δική μας αδυναμία. Ας συνειδητοποιήσουμε ότι η αυτοπαράδοσή μας στην αγάπη και την Πρόνοια του Θεού, φέρνει την γλυκιά εσωτερική ισορροπία του ανθρώπου, ελευθερώνοντας την ύπαρξή μας από τη σκουριά της απιστίας και από όλη την παθογένεια και την αρρώστια που κρύβεται δολερά μέσα στις «ατελείωτες μέριμνες», οι οποίες, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το σαγηνευτικό άσμα του εχθρού μας σιμά στ’ αυτιά της ανυποψίαστης, αφελούς και –γιατί όχι;– φιλόκοσμης ψυχής μας. Η αμέριμνη ζωή, ουσιαστικά είναι η αυθεντική ζωή του Θεανθρώπου μέσα μας –γιατί Αυτός ο Ίδιος είναι «αμέριμνος» σε όλα τα έργα Του και σε όλο το Είναι Του–, μια ζωή γεμάτη πίστη και εμπιστοσύνη στον Χριστό· μια ζωή γεμάτη ιερή ολοϋπαρκτική ησυχία και αταραξία, ποθητή σταθερότητα, ευταξία και ομορφιά.
Σαν την ομορφιά των κρίνων του αγρού...
ΑΜΉΝ !
Filoi.tis.Gnisias.Esfigmenou
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου